Το King’s Bounty είναι μια σειρά παιχνιδιών που έχουν αγκαλιάσει οι παίκτες. Ξεκίνησε το 1990, αλλά το 2008 έγινε ένα reboot, από το οποίο βγήκαν αρκετές συνέχειες, αποσπώντας πάντα θετικές κριτικές. Οπότε, όταν ανακοινώθηκε η συνέχεια του, υπήρξε μεγάλος ενθουσιασμός.
Κατάφεραν όμως οι developers να ανταποκριθούν στις προσδοκίες;
Το προηγούμενο παιχνίδι της σειράς είναι RPG στρατηγικής, με περισσότερη βάση στο στρατηγικό κομμάτι και λιγότερη στο RPG. Δεν εστιάζει πολύ στην εξερεύνηση και στο role play, αλλά στη τακτική, στους ελιγμούς στη μάχη και στη συντήρηση της χρηματικής κατάστασης του κάθε παίκτη.
Το King’s Bounty II προσπάθησε να το αλλάξει αυτό. Προσπάθησε να δημιουργήσει μία ιστορία γύρω από τον βασικό χαρακτήρα του οποίου οι αποφάσεις επηρεάζουν τον κόσμο. Παρόλο, λοιπόν, που το King’s Bounty II το έκανε αυτό, δε κατάφερε να δημιουργήσει μία ωραία και ιδιαίτερη ιστορία γύρω από τον χαρακτήρα.
Και αυτό δεν είναι η μόνη αλλαγή. Το παιχνίδι εγκατέλειψε την isometric παρουσίαση των προηγούμενων παιχνιδιών και πλέον έχει third-person camera, που θυμίζει πιο σύγχρονα RPG.
Gameplay
Με λίγα λόγια, όταν το παιχνίδι ξεκινάει, αυτό που βλέπει ο παίκτης είναι ένα κλασικό RPG. Ο χαρακτήρας κινείται σε μια περιοχή, έχει interaction με NPCs, μιλάει με vendors, κάνει quests/sidequests κλπ. Το μόνο που θα παρατηρήσει διαφορετικό σε σχέση με άλλα RPGs είναι ότι από τους διάφορους vendor, αγοράζει και units για στρατό.
Υπάρχουν πολλά (ΠΟΛΛΑ) side quests (κάποια ίσως λίγο basic και αχρείαστα) καθώς και διάφορες μάχες.
Μόλις ο παίκτης βγει από την αρχική περιοχή και έρθει η πρώτη μάχη, εκεί το παιχνίδι αλλάζει τελείως χαρακτήρα. Η κάμερα ανεβαίνει ψηλά, η περιοχή χωρίζεται σε κουτάκια, και ξαφνικά το παιχνίδι είναι turn based strategy. Μάλιστα, είναι λίγο περίεργο, γιατί ο παίκτης έχει ξαφνικά διαθέσιμο όλο το στρατό του, ενώ ακριβώς πριν από τη μάχη ήταν μόνος του στη φάση του RPG.
Το κάθε στράτευμα αποτελείται από πέντε στρατιώτες, με πολλές επιλογές ‘είδους’, από ανθρώπους ιππότες μέχρι undead χαρακτήρες και μυθικά πλάσματα, γεγονός που πρακτικά δίνει πάρα πολλές διαφορετικές συνθέσεις. Οι στρατιώτες είναι χωρισμένοι σε τέσσερις φατρίες: Order, Anarchy, Power και Finesse.
Γενικότερα, υπάρχουν τρεις playable χαρακτήρες στο παιχνίδι. Η Katherine που είναι Mage, η Elisa που είναι Paladin και ο Aivar που είναι Warrior και ο καθένας ακολουθεί την ίδια ιστορία. Όποιον χαρακτήρα και να διαλέξεις, έχει βγει μόλις από τη φυλακή και πιάνεις δουλειά για τον βασιλιά, προσπαθώντας να σώσεις τον κόσμο από μία μαγική Αποκάλυψη.
Ο κόσμος του παιχνιδιού έχει τα χαρακτηριστικά ενός open world action RPG, αλλά δε βγάζει τη ζωντάνια και τη λεπτομέρεια αντίστοιχων παιχνιδιών. Έτσι κι αλλιώς φαίνεται σαν αυτό το κομμάτι να υπάρχει απλώς για να γεμίζει το χρόνο ανάμεσα στις μάχες.
Γενικά, από άποψη gameplay, το παιχνίδι είναι διασκεδαστικό. Ο συνδυασμός RPG/Strategy ίσως στην αρχή φανεί παράξενος, αλλά τελικά κερδίζει τον παίκτη. Οι μάχες έχουν αρκετό βάθος και αρκετές επιλογές ώστε να παραμείνει το παιχνίδι ενδιαφέρον, σε βαθμό που ο παίκτης να μη δώσει πολλή σημασία στα διάφορα τεχνικά θέματα. Και αυτό είναι σημαντικό, καθώς πέρα από το κομμάτι της μάχης, οι διάλογοι, το voice acting, οι χαρακτήρες και η ιστορία είναι όλα αρκετά μέτρια και απογοητευτικά.
Τεχνικό κομμάτι
Γενικά, η αίσθηση που έχει κάποιος όταν ανοίγει το παιχνίδι είναι ότι είναι κάτι που κυκλοφόρησε πριν αρκετά χρόνια, και απλώς έγινε ένα μίνι remaster για να μπορεί να παιχτεί σε σύγχρονο hardware.
Από τον πρώτο διάλογο φαίνεται ότι η δουλειά που έχει γίνει στο lip syncing των διαλόγων είναι μέτριο.
Τα γραφικά εμφανίζουν προβλήματα αμέσως: Οι χαρακτήρες έχουν κενά από τα οποία φαίνεται το background. Ακόμα και στο βασικό μας χαρακτήρα, το animation έχει clipping, με αποτέλεσμα τα πόδια του χαρακτήρα μας να περνάνε μέσα από το μανδύα του.
Η ίδια η ποιότητα των χαρακτήρων και η αισθητική, είναι σαν να έχει υλοποιηθεί αρκετά χρόνια πίσω.
Το animation είναι προβληματικό, π.χ. στο περπάτημα η κίνηση δε συμβαδίζει με τα βήματα.
Σε γενικές γραμμές φαίνεται σαν η υλοποίηση του RPG κομματιού ήταν ένα afterthought των developers, που απλώς προσάρμοσαν τα μοντέλα που είχαν για top-down εμφάνιση, χωρίς να ενδιαφερθούν για το πως θα εμφανίζονται σε third person κάμερα.
Συμπέρασμα
Γενικά, δεν περάσαμε άσχημα παίζοντας το παιχνίδι. Είναι πράγματι διασκεδαστικό. Αλλά τα μέτρια γραφικά και τα πολλά τεχνικά θέματα που είδαμε, το κατατάσσουν σε μια ιδιαίτερη κατηγορία.
Σίγουρα αξίζει να το αγοράσετε αν είστε fan της υπόλοιπης σειράς King’s Bounty. Επίσης, αξίζει αν σε κάποιον αρέσει το ιδιαίτερο σύστημα μάχης που έχει και το κομμάτι της στρατηγικής.
Αν όμως ενδιαφέρεστε για τα γραφικά, ή για το RPG κομμάτι, τότε σίγουρα θα απογοητευτείτε.
Τον κωδικό του παιχνιδιού για το review, μας τον παρείχε η Enarxis.